
Για λόγους οικονομίας, θα ικανοποιήσω τους βιαστικούς που - κακώς βέβαια - περιμένουν η ουσία ενός κειμένου να βρίσκεται στην αρχή του: την επόμενη φορά που θα βρεθούν οι Βέλγοι Raketkanon στην Ελλάδα για live - και θεωρώ εξαιρετικά απίθανο να αργήσει αυτή - εσείς που δεν γνωρίζατε (γιατί δεν ρωτήσατε) περί τίνος πρόκειται, θα έχετε προετοιμαστεί σωστά και θα βρίσκεστε κι εσείς μαζί μας, ανεξάρτητα από το περιεχόμενο του κειμένου που ακολουθεί (συνεχίστε όμως την ανάγνωση!).
Νιώθω ότι με την εκτενή αναφορά στους headliners που ακολουθεί θα αδικήσω την προσπάθεια των παιδιών των One Leg Mary, ειδικά όταν τους τελευταίους δεν τους γνωρίζει ακριβώς και η κουτσή Μαρία (pun φυσικά intended). Βασίζονται κυρίως στο math-core, πάνω στο οποίο κολλάνε ατμοσφαιρικά post-rock στοιχεία, κάτι σαν post-hardcore με λίγες θερμίδες. Δεν είμαι σε θέση γνωρίζω αν το ύφος που παίζουν έχει ακόμη τόση πέραση στην νεότερη γενιά μουσικόφιλων, αλλά κανείς καλός δεν χάνεται (πολύ θα ήθελα όντως να το πιστεύω αυτό...). Είναι καλοί παίκτες, συνεργάζονται απροβλημάτιστα μεταξύ τους, φωνητικώς όμως ίσως οι απαιτήσεις μεγαλώνουν όταν πρέπει στο live να παίξεις και κιθάρα. Το κοινό τους άκουσε με ενδιαφέρον και τους χειροκρότησε, δικαιότατα, με θέρμη. Προσωπικά μετάνιωσα που δεν τσίμπησα το CD τους από τον πάγκο με το πλούσιο merchandise.
Όσο αισθανόμουν σαν ξένος σε ξένη χώρα, ακούγοντας τους τρεις κιθαρίστες των Afformance να επιδίδονται σε nerd tech talk με ακατάσχετο namedropping ορολογιών σχετικά με κιθάρες, πετάλια, εφφέ και ποιος ξέρει τι άλλο, η σκηνή ετοιμαζόταν πυρετωδώς για την επερχόμενη διάλυσή της. Δεν θα ήταν η πρώτη φορά που έβλεπα τους Raketkanon ζωντανά. Το χορό έσυρε το Plissken Festival του 2014, όπου έπαιξαν πρώτοι στη μεγάλη εσωτερική σκηνή μπροστά σε ένα λιγοστό και μάλλον ανυποψίαστο (ακόμη κι αν είχε ακούσει το μοναδικό ως τότε άλμπουμ τους, μεταξύ τους και ο υπογράφων) κοινό, σε ένα live για το οποίο το μετασυναυλιακό buzz ήταν τόσο μεγάλο, που όποιος δεν ήταν παρών μάλλον θα νόμιζε πως τουλάχιστον 1000 άτομα βρίσκονταν κάτω από την σκηνή για να πιάσουν τον τραγουδιστή τους στον αέρα στο τελευταίο κομμάτι του σετ (το Anna, για την ιστορία). Όμως μάλλον πρόκειται για την πρώτη φορά στα χρόνια της “ωριμότητάς μου” ως concert-goer που πιστεύω πως οι αποτυπωμένες στιγμές στον φωτογραφικό φακό δείχνουν πολύ καλύτερα αυτό που συνέβη στο Death Disco από όσο θα μπορούσα να το περιγράψω. Και κάπως έτσι σκοπεύω να σας παρουσιάσω την εμπειρία μου:
Ακόμη είναι αρχή. Το κοινό φαίνεται να παρακολουθεί με ευλάβεια τους Βέλγους. Η εικόνα αυτή δεν θα αργήσει να αλλάξει σε ασυμμάζευτο τουρλουμπούκι.

Ο τραγουδιστής Pieter-Paul (Πέτρος-Παύλος; 2 σε 1;) απλώνει το ελεύθερο χέρι του μήπως τραβήξει κάποιο κορίτσι προς τα εκείνον. Βλέπετε τους μαντράχαλους που έχουν αναλάβει να τον σηκώνουν. Αν και δεν τον ενδιαφέρει αν τον αγγίζουν σε ευαίσθητα σημεία - το πολύ να αγγίξει κι εκείνος τα δικά τους μετά.

Lode πρόσεχε! Κατσαρίδα! Χοροπήδα για να σωθείς! Και πρόσεξε καλά μην σου φύγει καμιά νότα ε!

Εδώ πάλι ο Pieter-Paul σε μία λιγότερο βολική στάση για crowd surfing. Κάποιος να του πιάσει τα πόδια βρε παιδιά, μπατάρει ο άνθρωπος.

Ο Μωυσής Jef χωρίζει το κοινό στα δύο για να περάσει. Step aside you fools!

Οι τέσσερις Raketkanon χτυπιούνται δίχως αύριο, τρακάρουν μεταξύ τους. Ζωή νά ‘χουν, τουλάχιστον οι στα αριστερά μας βγήκαν δυο μέτρα άνθρωποι. Η σκηνή του Death Disco φαίνεται υπερβολικά μικρή...

Παίζω κιθάρα επάνω στα χέρια σας. Μα γιατί γελάτε; Και ο τραγουδιστής μου, τι δουλειά ακριβώς έχει μέσα στο κοινό;

Τουρλουμπούκι… όπως τα λέγαμε!

Μέσα στις παραπάνω 8000 εικονικές λέξεις σίγουρα πήρατε μια καλή εικόνα της συναυλίας! Ας γράψω όμως και μερικές κουβέντες για να δικαιολογήσω τον παχυλό μισθό που μου παρέχει το Soundgaze για να τρέχω σε συναυλίες όπου ιδρώνουν και οι τοίχοι ακόμη, μεγάλος άνθρωπος.
Οι Raketkanon τιτλοφορούν τα κομμάτια τους με ονόματα, αντρικά και γυναικεία, σαν να ήθελαν να γράψουν τα δικά τους Treasure, ενώ παράλληλα κατεδαφίζουν τους συναυλιακούς χώρους που τους φιλοξενούν με την ηλεκτρισμένη και συνάμα fun ενέργειά τους, ενώ στα άλμπουμ επικρατεί η αίσθηση πως αυτή η ενέργειά τους υπάρχει εκεί αλλά καταπιέζεται, υπομένοντας την αναπόφευκτη συμπίεση μέσα στα ηχητικά κουτάκια του CD ή και τα αυλάκια του LP, περιμένοντας την κατάλληλη ευκαιρία να ξεχυθεί και να παρασύρει ό,τι βρεθεί στο διάβα της. Δεν περιορίζονται στα στενά όρια της σκηνής αλλά μεταφέρουν το live τους σε όλο το venue - με την κυριολεκτική σημασία της λέξης. Ο εξώστης τους ξέφυγε μάλλον γιατί περνούσαν υπερβολικά καλά εκεί κάτω.
Και οι τέσσερις της μπάντας είναι τρελλαμένοι. Εδώ δεν υπάρχουν οι διαφορετικοί χαρακτήρες που συναντάμε σε τέτοιου τύπου (λέμε τώρα) μπάντες. Συνήθως έχουμε να κάνουμε με έναν τραγουδιστή με καταπιεσμένη κινητικότητα, έναν σοβαρό και μετρημένο μπασίστα να κρατάει το ίσο, έναν ντράμερ-μετρονόμο στα μετόπισθεν, άντε κι έναν κιθαρίστας-mastermind που “πιστεύει στο όραμα της μπάντας του” και φροντίζει αυτό να αποδοθεί στην εντέλεια ελέγχοντας την υπόλοιπη μπάντα. Ξεχάστε τα αυτά με τους Raketkanon. Εδώ έχουμε να κάνουμε με τέσσερα “νούμερα” που έχουν απενεχοποιήσει την έννοια του fun με όποιον τρόπο μπορεί αυτή να απενοχοποιηθεί - και σεξουαλικώς, εφόσον (δεν) ρωτήσατε αλλά σίγουρα θέλετε να μάθετε.
Highlights δεν είναι δυνατόν να σταχυολογηθούν μέσα σε αυτήν την επίθεση. Το ανατολίτικο Ibrahim, το σκληροπυρηνικό doom του Judith, το γκρουβάτο Florent, το έτοιμο-να-σκάσει Herman, ίσως το Eva, ακόμη και το Suzanne θα μπορούσαν να πάρουν το ρόλο της συγκλονιστικότερης στιγμής του live, αλλά μάλλον ο τίτλος θα πρέπει να απονεμηθεί στο σκοτεινό Anna, από κοινού ζητηθέν καθ’ όλη τη διάρκεια της βραδιάς και από σκηνής αφιερωμένο στην Άννα της CTS που συνδιοργάνωνε το live μαζί με το Plissken. Μετά από μόλις μία ώρα και κάτι, ο Pieter-Paul δήλωνε: “PA is broken, we are broken”, σημαίνοντας το οριστικό τέλος. Το ΡΑ καταστράφηκε, οι ψυχές τους βγήκαν εντελώς και δεν άντεχαν άλλο. Εντυπωσιακό κλείσιμο για μία βραδιά που οι παριστάμενοι θα τοποθετήσουμε σίγουρα στις λίστες μας για τις εντυπωσιακότερες συναυλίες της σεζόν (“και της πενταετίας” όπως με προτρέπει μία φωνή).
Κείμενο / Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής