Η είδηση σχετικά με την επιτυχία των Royal Blood ήταν αρκετή ώστε να προκαλέσει την περιέργεια και το ενδιαφέρον να διαπιστώσουμε περί τίνος πρόκειται. Ωστόσο αρκεί μια ακρόαση του ομότιτλου ντεμπούτου τους για να γίνει ξεκάθαρο ότι οι προσδοκίες για κάτι εξαιρετικό δεν επαληθεύονται σε καμιά περίπτωση. Για άλλη μια φορά, λοιπόν, το hype έκανε τη δουλεία του, δηλαδή πολλή φασαρία αλλά λίγη ουσία.
Παρότι το νεανικό ντουέτο (μπάσο – τύμπανα) των Royal Blood προέρχεται από την Αγγλία ο ήχος του είναι περισσότερο Αμερικάνικος, χωρίς αυτό, βέβαια, να είναι κακό. Όπως, καθόλου κακό δεν είναι για οποιοδήποτε νέο συγκρότημα στις επιρροές του να περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων οι White Stripes, οι Muse ακόμα και οι Queens of the Stone Age! Το πρόβλημα εμφανίζεται όταν αυτές αναμιγνύονται μέσα στα κομμάτια τους, δημιουργώντας ένα μπερδεμένο και μετέωρο αποτέλεσμα. Γενικότερα, το βασικότερο μειονέκτημα των Royal Blood είναι ότι καταπιάνονται με πολλά και διαφορετικά πράγματα με αποτέλεσμα να μην κάνουν τίποτα από αυτά πολύ καλά.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η αμηχανία και το μπέρδεμα κυριαρχούν στην πλειοψηφία των κομματιών τους. Το Out Of The Black, για παράδειγμα, μετά από μία εντυπωσιακή εισαγωγή καταλήγει σε μια χιλιοακουσμένη σύνθεση. Το Figure it Out με τα a la Jack White φωνητικά μοιάζει με αδύναμο b-side των White Stripes. Για το You Can Be So Cruel, με τη blues διάθεση, ισχύουν ό,τι και για το προηγούμενο μόνο που εδώ τη θέση των White Stripes παίρνουν οι Black Keys (πως θα μπορούσαν να λείπουν άλλωστε;). Στο Ten Tonne Skeleton βρίσκουμε ξανά το φάντασμα του Jack White, εδώ όμως στο ύφος του άλλου σχήματος του, των Dead Weather. Φυσικά υπάρχουν και οι καλές στιγμές όπως τα δυνατά riff των Come On Over και Little Monster, ωστόσο δεν είναι αρκετές και περισσότερο μοιάζουν ως εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα, τη γενικότερη μετριότητα, δηλαδή, που χαρακτηρίζει το σύνολο.
Οι Royal Blood αν και διαθέτουν κάποια προσόντα, έχουν ιδέες, παίζουν καλά, δεν καταφέρνουν να διαχειριστούν αποτελεσματικά το υλικό τους για να φτιάξουν κάτι ξεχωριστό. Ο τραγουδιστή Mike Kerr άλλοτε προσπαθεί να ακούγεται σαν τον Matt Bellamy και άλλοτε σαν τον Jack White χωρίς ποτέ να διαμορφώνει το προσωπικό του ύφος. Από την άλλη το πείραμα της σύνθεσης που απαρτίζεται από μπάσο και τύμπανα (με την κιθάρα να απουσιάζει) ενώ κάποιες στιγμές δείχνει να λειτουργεί, μοιάζει, ωστόσο, να απέχει έτη φωτός από την ιδιαίτερο ήχο που δημιουργούν μπάντες με αντίστοιχη σύνθεση, όπως οι Death from Above 1979 και οι Om, για παράδειγμα. Παρά τις καλές προθέσεις τους το αποτέλεσμα είναι μέτριο και μετά το πέρας των 32 λεπτών που διαρκεί το ντεμπούτο τους λίγα πράγματα έχεις να θυμάσαι.
6/10
Κωνσταντίνος Αναγνωστόπουλος