Print this page
Δευτέρα, 25 Ιουλίου 2016 05:35

Black Mountain – IV (Jagjaguwar, 2016)

Written by 

Η επαφή μου με τους Βlack Mountain είναι λίγο μυστήρια και σίγουρα μη ορθολογική. Ενώ η καριέρα της μπάντας από το Βανκούβερ του Καναδά ξεκίνησε το 2004, προσωπικά αντιλήφθηκα την ύπαρξη της πολλά χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα αρκετά μετά την κυκλοφορία του τρίτου δίσκου της, με τίτλο Wilderness Heart το 2010. Έτσι, έπρεπε να σκανάρω την καριέρα τους ανάποδα και να αντιληφθώ την εξελικτική τους πορεία κάπως ανορθόδοξα. Αρκετές αλλαγές στον ήχο, όχι μόνο από δίσκο σε δίσκο αλλά ακόμα και από κομμάτι σε κομμάτι, πάντα όμως πιστοί στην classic και psychedelic rock παράδοση. Ένα μίξερ στο οποίο συναντάς Black Sabbath, Spacemen 3, Led Zeppelin, southern rock στοιχεία αλλά και πολλές synth /electro πινελιές. Κάπου εκεί κινούνται και στο φετινό IV και το κάνουν αρκετά καλά, για άλλη μια φορά.

Στο IV λοιπόν, συναντάμε ανακατεμένα αρκετά είδη μουσικής και ενδιαφέρον τελικό αποτέλεσμα, με μερικές καταπληκτικές στιγμές μα και κάμποσα αδιάφορα σημεία. Αν και στο σύνολο του ο δίσκος κυριαρχείται από μια τάση να φύγουν από το ύφους Black Sabbath κομμάτι του παρελθόντος τους, παρ’όλαυτά το ξεκίνημα δίνεται με το οκτάλεπτο Mothers Of The Sun, ένα βαρύ και πομπώδες κομμάτι, με δυνατά κιθαριστικά riffs που χτίζεται σιγά-σιγά και που παραπέμπει στις μεγάλες στιγμές της heavy παράδοσης που άφησαν πίσω τους τα Μαύρα Σάββατα. Προσωπικά με εξέπληξε ευχαρίστα η επιλογή να ξεκινήσουν το δίσκο με μεγάλης διάρκειας κομμάτι, γεγονός μάλλον σπάνιο και εμπεριέχον ρίσκο. Σηματοδοτεί τη δυναμική επιστροφή τους μετά από έξι χρόνια και σίγουρα πρόκειται για μια από τις καλύτερες συνθέσεις του άλμπουμ.

Μετά το μάλλον αδιάφορο και synth pop λογικής Florian Saucer Attack (το οποίο για κάποιο λόγο δείχνει να αρέσει αν κρίνω από σχόλια στο internet) συναντάμε το Defector. Εντυπωσιακή prog/space rock -ας πούμε- μπαλάντα με δυνατές κιθάρες και σαγηνευτικά πλήκτρα να συμπληρώνουν το σκηνικό. Τα διπλά φωνητικά των Stephen McBean, Amber Webber δένουν εξαιρετικά με το όλο στήσιμο του ρυθμικού αυτού κομματιού.

Το You Can Dream είναι ένα synth/pop κομμάτι που συνδυάζει με ένα μοναδικό τρόπο ήχους και ατμόσφαιρα Kraftwerk, κιθάρες και επικά τύμπανα μαζί με ‘επαναστατικούς’ στίχους όπως «no masters, no gods». Τα synths, θα έλεγα, πως για πρώτη φορά στην καριέρα τους δε δηλώνουν απλή παρουσία, αλλά κυριαρχούν στο δίσκο.

Το Constellations είναι ένα κομμάτι για τo οποίο λογικά, αν δεν έχουν πάρει ειδική άδεια, οι Cult θα τους κάνουν μήνυση καθώς σε όλη τη διάρκεια του, ακούμε το riff του Wild Flower. Καθ’όλη την ακρόαση αυτό τραγουδούσα από μέσα μου, οπότε, και καλή σύνθεση να είναι (που είναι), δε δύναμαι να το αξιολογήσω.

Για να αντιληφθεί κανείς το πόσο εύκολα η μπάντα μπορεί να πετάγεται από είδος σε είδος, μπορεί να ακούσει το Cemetery Breeding. Post punk / New wave σε βαθμό να νομίζεις ότι κατάπιαν τους Echo and The Bunnymen.

Μακράν η καλύτερη στιγμή πάντως είναι το κομμάτι που ρίχνει την αυλαία του δίσκου. Space To Bakersfield και για εννιά λεπτά νομίζεις ότι ακούς κάποια από τις καλύτερες στιγμές των Pink Floyd, αργόσυρτο, ταξιδιάρικο αλλά και δυναμικό σε στιγμές, αναδεικνύει όλο το συνθετικό ταλέντο τους.

Φτάσαμε στο τέλος. Τί γεύση μένει; O δίσκος νομίζω πως έχει ένα πρόβλημα, μάλλον αρκετά σοβαρό. Τελειώνει και δε σου αφήνει κάτι πολύ σημαντικό να θυμάσαι. Εχει αρκετές έντονες στιγμές, κάμποσα –αποσπασματικά- συνθετικά επιτεύγματα, αλλά πραγματικό αποτύπωμα δε μένει. Το Space To Bakersfield είναι όντως καλό, άριστα τοποθετημένο στο τέλος της διαδρομής, αλλά φοβάμαι πως δεν αρκεί για να κάνει το δίσκο τόσο σημαντικό. Έτσι, αν μας ρωτήσουν μετά από χρόνια: “Εκτός από Led Zeppelin,  θυμάστε άλλο συγκρότημα να έχει βγάλει δίσκο με τον απλό τίτλο IV;”, δύσκολα θα μας έρθουν στο μυαλό οι Black Mountain και ο συγκεκριμένος. Αξίζει να τον ακούσετε, οι οπαδοί δε θα χάσουν αν τον αποκτήσουν, όμως δε νομίζω ότι είναι και η καλύτερη στιγμή τους.

# 2 τραγούδια που θα ομορφύνουν τη ζωή σας: Space To Bakersfield, Mothers Of The Sun.

 

6,5/10


Παναγιώτης Ιωαννίδης

Ο Παναγιώτης Ιωαννίδης πρωτοεμφανίστηκε σε αυτό τον κόσμο στα Εξάρχεια λίγες μέρες πριν οι Pink Floyd κυκλοφορήσουν το Wish Υou Were Here, μεγάλωσε στη Γλυφάδα των 80’s. Έντονες οι αντιθέσεις, «ό,τι να’ναι» δηλαδή. Λέξεις κλειδιά: Μουσική, Α.Ε.Κ., hamburgers, ταξίδια στο εξωτερικό, μπύρες, ταινίες, δισκάδικα, waffles στο Queen και όλοι οι πιθανοί συνδυασμοί αυτών. Βαριέται τις ουρές σε οποιοδήποτε ταμείο/υπηρεσία, όσους προσποιούνται κάτι που δεν είναι, την πολυκοσμία, το ανούσιο hype, την κουτοπονηριά, τις τραπεζοκαρέκλες σε ένα bar. Αγαπημένη ατάκα το «Πάνω απ’όλα η υγεία», την οποία προσπαθεί να μετατρέψει από λόγια σε στάση ζωής.

Με Joy Division, Tool και Underworld στις τρεις αγαπημένες του μπάντες, είναι φανερό ότι η μουσική του πυξίδα είναι απομαγνητισμένη. Ωραία…

Latest from Παναγιώτης Ιωαννίδης

Related items