Πριν από λίγους μήνες, όταν οι Animal Collective έκαναν live streaming του νέου, ακυκλοφόρητου τότε Painting With στο BWI Airport της Βαλτιμόρης (δείτε εδώ το σχετικό νέο), κάποιοι διέρρευσαν ότι ο τίτλος του άλμπουμ ήταν Floridada. Tο συγκρότημα απάντησε, ως εξής:
“TheRecordisnotcalledFloridada! ThatsASong! ItsAlsoanIdea!! anIdeal! butitisontherecord!! fortherecord”.
Οι παραπάνω γραμμές σε συνδυασμό με τον τρόπο γραφής που υιοθέτησαν οι Animal Collective θα μπορούσε να αποτελέσει και την επιτομή αυτού που οι ίδιοι εκπροσωπούν: Ό,τι κι αν κάνεις, ό,τι και αν θέλεις να πεις, να τραγουδήσεις, καλό είναι να το παρουσιάσεις με έναν τρόπο που θα τραβήξει την προσοχή, που θα είναι συγχρόνως διασκεδαστικός, λίγο αντισυμβατικός, στο μέτρο του εφικτού πρωτότυπος αλλά και μέσα στο κλίμα της εποχής. Όχι, η μουσική, το Σύμπαν ολόκληρο απομειώνεται σε ένα περιτύλιγμα, ανεξάρτητα από το τι κρύβεται μέσα σε αυτό! Φυσικά, μέσα στο περιτύλιγμα το μόνο που ΔΕΝ κρύβεται εν προκειμένω, είναι μουσική, ή για να είμαι σωστός, μουσική της προκοπής.
Είναι αξιοπερίεργο το γεγονός ότι αυτοί οι τύποι δαπάνησαν χρήματα και χρόνο σε στούντιο για να ηχογραφήσουν έναν δίσκο που ακούγεται τουλάχιστον στο ορχηστρικά μέρη του, λες και είναι φτιαγμένος με οποιοδήποτε λογισμικό που σου επιτρέπει να γράφεις μουσική (από τα φτηνά). Η ομολογία του γεγονότος αυτού προέρχεται από τον ίδιο τον Avey Tare (ναι, ξέχασα να σας πω, χρησιμοποιούν ψευδώνυμα! Σαν Black Metal μπάντα! Πιο hipster πεθαίνεις!): “Είχαμε κάποιο μέρος που δεν μπορούσαμε να πετύχουμε στο “Hocus Pocus,” και πίστευα πραγματικά ότι θα έπρεπε να φέρουμε κάποιον να δοκιμάσει να το παίξει με κανονικό όργανο” (ούτε σκέψη να το κάνουν οι ίδιοι, προφανώς!). Το φιλόδοξο εγχείρημα - μιλάμε για μία νότα, τόσο δύσκολο ήταν! – έφερε σε πέρας με επιτυχία ο John Cale (είναι σαν να κάνεις μεταγραφή τον Μέσι για να σε ανεβάσει από το τοπικό πρωτάθλημα στην Γ’ Εθνική).
Το ότι ο John Cale δηλώνει πράγματι fan τους, ποσώς με προβληματίζει. Το rock’n’roll (εν τη ευρεία εννοία) χάνει το νόημα του τη στιγμή ακριβώς που αρχίζεις να υποκλίνεσαι σε αυθεντίες (ακόμη και στον Cale!). Ο καθένας μπορεί να κάνει κάποιο λάθος, έτσι δεν είναι; Και, επίσης, μην παραμυθιάζεστε από το ότι κάθε σοβαρό μουσικό έντυπο, site κλπ αντιμετωπίζει τον δίσκο σαν δίσκο που περιέχει μουσική και όχι τυχαίους ήχους παιγμένους από τυχαίους τύπους. Η εξήγηση είναι αντίστοιχα απλή: όταν ο "ανταγωνιστής" μου προσποιείται ότι κατανοεί αυτό που ακούει και μάλιστα το αντιμετωπίζει σαν κανονική μουσική, είμαι αναγκασμένος να κάνω το ίδιο, διότι φοβάμαι ότι μπορεί κάτι να έχω χάσει στην πορεία, άρα να εκτεθώ. Εμείς λοιπόν στο soundgaze.gr δεν φοβόμαστε κάτι τέτοιο: Την γνώμη μας θα την λέμε όπως την εννοούμε, ο κόσμος να χαλάσει. Και η γνώμη μας (όχι η δική μου μόνο, πιστέψτε με, πρόκειται για την ομόθυμη, απροφάσιστη γνώμη αν όχι του συνόλου, σίγουρα της πλειονότητας των συντακτών μας) είναι ότι αυτοί οι τύποι είναι απατεώνες, ή, για να επιμείνω ποδοσφαιρικά, κάτι σαν τους van Gaal του indie rock. Και οι AC, όπως και αυτός στον τομέα του, είναι επιτυχημένοι, χωρίς όμως κανείς να μπορεί να εξηγήσει γιατί.
Ο δίσκος ξεκινά και καταλήγει σε ένα και μόνο στουντιακό εύρημα: διπλά φωνητικά, με μελωδίες – κακέκτυπα αυτών των Beach Boys και των Beatles, με ολίγη από Peter Gabriel για να πιάσουμε και λίγο από ethnic, περασμένα από delay. Μιλάμε για τόνους delay. Κανονικά θα έπρεπε να υπάρχει προειδοποίηση ότι παρατεταμένη ακρόαση μπορεί να προκαλέσει επιληπτικές κρίσεις! Όλα αυτά, πάνω σε ένα στρώμα από beats και τυχαίους ηλεκτρονικούς ήχους ή, μπόλικη, εμπορική, λουστραρισμένη pop. Ακούγοντας το εναρκτήριο Floridada όμως, δεν ενοχλείσαι. Στην πραγματικότητα, μάλλον εκπλήσσεσαι ευχάριστα και αυτό, γιατί το συγκεκριμένο κομμάτι έχει όντως καλές μελωδίες στα φωνητικά. Το πρόβλημα είναι ότι κανένα μας κανένα άλλο κομμάτι στο δίσκο, δεν έχει αντίστοιχα καλές μελωδίες, άρα το μόνο που σου απομένει είναι οι Avey Tare και Panda Bear να κάνουν διπλά φωνητικά σαν χαλασμένοι Beach Boys, με ένα συχνά ενοχλητικό beat από πίσω (ακούστε π.χ. το Βagels In Kiev ή το Spilling Guts). Και καθόλου τυχαίο είναι το γεγονός ότι ένα κομμάτι που σχεδόν διασώζεται στον δίσκο είναι το Νatural Selection, όπου οι AC δεν τραβάνε ξανά την ίδια εκνευριστική μανιέρα στα άκρα: τα φωνητικά ακούγονται, η μελωδία είναι ευδιάκριτη και, ευτυχώς, δεν είναι και κακή. To ίδιο ισχύει (παρά τον τίτλο) για το On Delay.
Στην περίπτωση όμως των AC, το πρόβλημα είναι πολύ βαθύτερο από την (κάκιστη, πάντως) μουσική: είναι το όλο ύφος, το concept που πουλάνε. Ο Panda Bear ανέφερε ότι η έμπνευση για το Floridada ήταν ο τίτλος ενός ραδιοφωνικού προγράμματος “Τι Ανοησίες Κάνουν Οι Άνθρωποι Στην Φλόριντα Αυτή Την Στιγμή”. “Ποιος είναι ο λόγος να είναι τα πάντα τόσο αρνητικά”; αναρωτιέται ο Panda Bear, πετώντας στα σκουπίδια εξήντα και χρόνια rock μουσικής (ή πάντως, του πιο ενδιαφέροντος κομματιού της). Όλοι πρέπει να είμαστε θετικοί. Οι αρνητικές κρίσεις καταργούνται. Αντ’ αυτών, οι AC επιδίδονται σε άσκοπες αναζητήσεις για το αν υπάρχει ελεύθερη βούληση ή αν, αντίθετα, είμαστε δέσμιοι του πεπρωμένου στο Natural Selection (όχι, δεν δίνουν απάντηση, αν αναρωτιέστε), ή θυμούνται τα τηλεοπτικά “Χρυσά Κορίτσια” (Golden Gal), όλα αυτά συνοδεία αυτού που κάτω από τα ψυχαναγκαστικά, δήθεν πειραματικά εφφέ, δεν είναι παρά μία ανούσια, απολύτως εμπορική pop. Η πλήρης μουσική ισοπέδωση, για μία ακόμα φορά, με εναλλακτικό περιτύλιγμα. Αλλά το σημειώσαμε και παραπάνω. Το περιτύλιγμα είναι το παν.
Και κάτω από αυτό το περιτύλιγμα, για να μην πηγαίνουμε μακριά, ένα είναι αυτό που θα ανακαλύψει κανείς σε σχέση με το Painting With: πρόκειται απλώς για μία ακόμα απόδειξη ότι οι AC είναι ένα συγκρότημα παντελώς ανούσιο, υπερεκτιμημένο στην καλύτερη, εκνευριστικά κακό στην χειρότερη (και συνηθέστερη) περίπτωση, που επιβιώνει πουλώντας διαφορετικότητα και πρωτοτυπία. Δεν πρέπει όμως ποτέ να ξεχνάμε ότι, όταν κάποιες φορές δεν αντιλαμβανόμαστε αυτό που ακούμε, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι χάνουμε στην πορεία κάτι, κάποιο κρυμμένο νόημα που θα φώτιζε αλλιώς τα πάντα. Μπορεί απλώς αυτό που ακούμε να είναι μία ανοησία.
3,5/10